καλησπερίζω

καλησπερίζω
μετ. желать кому-л. доброго вечера

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "καλησπερίζω" в других словарях:

  • καλησπερίζω — καλησπερίζω, καλησπέρισα βλ. πίν. 33 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • καλησπερίζω — (Μ καλησπερίζω [καλησπέρα] χαιρετώ κάποιον ευχόμενος «καλησπέρα» …   Dictionary of Greek

  • καλησπερίζω — καλησπέρισα, καλησπερίστηκα, καλησπερισμένος, χαιρετώ κάποιον λέγοντάς του καλησπέρα: Με καλησπέρισε βιαστικά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • καλησπέρισμα — το [καλησπερίζω] ο χαιρετισμός με την ευχή «καλησπέρα» …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»